- ἀνέγειρα
- ἀνεγείρωwake upaor ind act 1st sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀνεγείρας — ἀνεγείρᾱς , ἀνεγείρω wake up aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνεγείρασα — ἀνεγείρᾱσα , ἀνεγείρω wake up aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνεγείρασαι — ἀνεγείρᾱσαι , ἀνεγείρω wake up aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ανάγειρτος — η, ο και τός, ή, ό [αναγέρνω] 1. ο ξαπλωμένος ύπτια, αναποδογυρισμένος, ανάσκελος 2. αυτός που κλίνει, που γέρνει ελαφρά, επικλινής, γειρτός. [ΕΤΥΜΟΛ. < αναγέρνω όπως και το ρημ. επίθ. γειρτός (αντί του εσφαλμ. γυρτός) τού γέρνω, παράγεται από … Dictionary of Greek
ανεγείρω — ανεγείρω, ανήγειρα και ανέγειρα βλ. πίν. 143 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ἀνέγειρ' — ἀνέγειρε , ἀνεγείρω wake up pres imperat act 2nd sg ἀνέγειραι , ἀνεγείρω wake up aor imperat mid 2nd sg ἀνέγειρα , ἀνεγείρω wake up aor ind act 1st sg (homeric ionic) ἀνέγειρε , ἀνεγείρω wake up aor ind act 3rd sg (homeric ionic) ἀνέγειρε ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)